Ο διωγμός της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας (4ος-5ος μ.χ)
Γράφει ο Έκτορας
Έρικα Λ. Γεωργιάδη
(Ομιλία στη Στοά ΥΠΑΤΙΑ)
Η Καταστροφή
Εφ' όσον υπήρχαν παγανιστικά σχολεία, η Εκκλησία δεν θα μπορούσε χωρίς αντίδραση να συνεχίσει να παρουσιάζεται ως η μοναδική πηγή γνώσης. Εφ' όσον υπήρχαν «παγανιστικά» βιβλία, η Βίβλος δεν θα γινόταν αποδεκτή ως η μοναδική αποκάλυψη του Θεού. Εφ' όσον ζούσαν οι «παγανιστές» φιλόσοφοι και δίδασκαν, οι δογματικοί ισχυρισμοί των Πατέρων της Εκκλησίας θα εξετάζονταν. Η Εκκλησία είχε μόνο μία επιλογή: να καταστρέψει κάθε στοιχείο της λογοκλοπίας της, εξαφανίζοντας όλες τις «παγανιστικές» Σχολές, όλα τα «παγανιστικά» κείμενα, ακόμη και τους ίδιους τους «παγανιστές» φιλόσοφους. Δεκαπέντε χρόνια μετά του θάνατο του Ιουλιανού, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ανέβηκε στο θρόνο. Ήταν ένας πιστός χριστιανός με ισχυρή δύναμη, ο οποίος αφιέρωσε αμέσως όλες τις δυνάμεις του στην καταστροφή όσων μπορούσαν να εμποδίσουν τη δόξα της Εκκλησίας. Εγκαθίδρυσε τους Εξεταστές της Πίστης και εξόρισε όλους τους χριστιανούς που αρνήθηκαν να δεχτούν το δόγμα της Τριάδας έτσι όπως το είχε υπαγορεύσει η Σύνοδος της Νίκαιας. Με δεκαπέντε διατάγματα απαγόρευσε τις συναντήσεις «αιρετικών» ή μην ορθόδοξων χριστιανών και προχώρησε στην κατάσχεση της περιουσίας τους. Η θανατική ποινή επιβλήθηκε σε εκείνους που ακολουθούσαν την "αίρεση" του Μανιχαϊσμού, καθώς και στους χριστιανούς που συνέχισαν να γιορτάζουν το Πάσχα την ίδια ημέρα με τους Εβραίους. Τέλος, στην αιματηρή σφαγή της Θεσσαλονίκης διέταξε το θάνατο των 15.000 ατόμων που είχε προσκαλέσει με δόλο για να παρακολουθήσουν τους αγώνες στον Ιππόδρομο.
Ο ίδιος, ως Μονάρχης των Χριστιανών, έστρεψε την προσοχή του στους εκτός Εκκλησίας «εχθρούς» του Χριστιανισμού. Αρνήθηκε να επιτρέψει «παγανιστικές» λατρείας και δήμευσε τους ναούς των παγανιστών για να τους χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί. Μεταξύ άλλων, ο ναός της Ουράνιας Παρθένου στην Καρθαγένη, του οποίου οι ιεροί περίβολοι απλώνονταν σε έκταση δύο μιλίων, μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Μια παρόμοια "καθαγίαση" διέσωσε τον μεγαλοπρεπή θόλο στο Πάνθεον της Ρώμης. Όπως λέει ο Γίββων:
«Σχεδόν σε κάθε επαρχία του ρωμαϊκού κόσμου, στρατός φανατικών υποστηρικτών εισέβαλε στα χωριά των ειρηνικών κατοίκων. Τα ερείπια των ωραιότερων οικοδομημάτων της αρχαιότητας ακόμη φέρουν τη μαρτυρία της μανίας των βαρβάρων εκείνων, που μόνο αυτοί είχαν την τάση και το χρόνο για τέτοιες ολέθριες καταστροφές.»
Η επόμενη κίνηση του Θεοδόσιου ήταν να στραφεί ενάντια στις Σχολές των Μυστηρίων, και σύντομα ολοκλήρωσε την καταστροφή τους. Αλλά υπήρχε μια μεγάλη Σχολή που ήταν ακόμα αρκετά ισχυρή ώστε να αντισταθεί στο άσπλαχνο χέρι του. Ήταν η Σχολή στο μικρό, τότε, χωριό της Ελευσίνας κοντά στην Αθήνα. Αλλά ακόμη και αυτή ήταν καταδικασμένη να καταστραφεί καθώς, το έτος 396 μΧ, χριστιανοί μοναχοί, τα «μαύρα ράσα» ή οι «άνθρωποι με τα μαύρα», όπως αποκλήθηκαν, οδήγησαν τον Αλάριχο και τους βαρβάρους του από το πέρασμα των Θερμοπυλών και ο μεγάλος ναός της Ελευσίνας, ένα από τα διασημότερα κτήρια στον κόσμο, η εξωτερική αυλή του οποίου χωρούσε 300.000 προσκυνητές, έγινε ένας σωρός ερειπίων. Έτσι αφανίστηκαν τα Μυστήρια της Ελλάδας.
Ο Θεοδόσιος στράφηκε έπειτα στην Αλεξάνδρεια, που για αιώνες ήταν το πολιτιστικό κέντρο του κόσμου. Το μεγάλο Μουσείο (ο ναός των Μουσών) είχε τεθεί ήδη υπό τον έλεγχο των καθολικών ιερέων κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κωνσταντίνου, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα του κτιριακού συγκροτήματος, γνωστό ως Σεραπείον, ήταν ακόμα στα χέρια των «παγανιστών». Εκείνη την περίοδο ο θαυμάσιος Ναός του Σέραπη χρησιμοποιούταν σαν πανεπιστήμιο όπου διδάσκονταν οι παλαιές θρησκείες και οι επιστήμες. Η βιβλιοθήκη του στέγαζε ακόμα μια απέραντη συλλογή βιβλίων που είχαν συλλεχθεί από τις τέσσερις γωνιές της γης, και που αντιπροσώπευαν τη πνευματική εργασία πολλών αιώνων. Οι δυο ναοί της «παγανιστικής» γνώσης ήταν ένα σοβαρό εμπόδιο στην πορεία της Εκκλησίας, και ο Θεοδόσιος αποφάσισε να καταστραφούν επί της βασιλείας του.
Την ίδια εποχή ο μεγάλος φιλόσοφος Ολύμπιος, τον οποίο ο Σουίδας περιγράφει ως "άνδρα θαυμάσιων επιτεύξεων με ευγενή χαρακτήρα και απίστευτη ευγλωττία," δίδασκε στο Ναό του Σέραπη. Πλήθος μαθητών συγκεντρώνονταν γύρω του πρόθυμοι να καθοδηγηθούν στη φιλοσοφία των αρχαίων. Επικεφαλής της Χριστιανικής Εκκλησίας στην πόλη ήταν ο Θεόφιλος, αρχιεπίσκοπος της Αλεξάνδρειας. Ο Γίββων τον απεικονίζει σαν "διαρκή εχθρό της ειρήνης και της αρετής, ένα τολμηρό, κακό άτομο του οποίου τα χέρια μολύνθηκαν διαδοχικά με χρυσό και αίμα." Ο χαρακτήρας του ήταν τόσο ιδιοτελής που λέγεται ότι δωροδόκησε τους σκλάβους του Σεραπείου για να κλέψουν μερικά από τα βιβλία, τα οποία πούλησε σε ξένους σε υπερβολική τιμή. Κατά τη διάρκεια της κατεδάφισης ενός αρχαίου ναού του Όσιρη, που οι Χριστιανοί είχαν δημεύσει για να οικοδομήσουν μια χριστιανική εκκλησία, βρέθηκαν ορισμένα «παγανιστικά» σύμβολα που ο Θεόφιλος εξέθεσε στην αγορά σαν αντικείμενα χλευασμού.
Οι «παγανιστές», φυσικά, αντιτέθηκαν σε αυτήν τη δημόσια βεβήλωση των ιερών συμβόλων τους και ακολούθησαν ταραχές. Με τη βοήθεια του αυτοκρατορικού κυβερνήτη και ένα μεγάλο πλήθος στρατιωτών, ο Θεόφιλος επιτέθηκε στους «παγανιστές» που, υπό την αρχηγία του Ολύμπιου, είχαν καταφύγει στο ναό του Σέραπη. Όταν ο αυτοκράτορας το έμαθε, αμέσως διέταξε την ολοκληρωτική καταστροφή του και οι χριστιανοί έσπευσαν να την πραγματοποιήσουν. Λεηλάτησαν το ναό, έσπασαν το άγαλμα του Σέραπη σε κομμάτια σέρνοντάς το εξευτελιστικά στους δρόμους της πόλης, και τελικά το έκαψαν. Αυτό έγινε το 398μΧ. Το κτήριο μετατράπηκε σε έναν σωρό ερείπια, και αργότερα μια χριστιανική εκκλησία οικοδομήθηκε επάνω του προς τιμή των χριστιανικών "μαρτύρων" που είχαν σκοτωθεί στην αναταραχή.
Ακολούθησε η καταστροφή της διάσημης βιβλιοθήκης του Σεράπειου, και σύμφωνα με την παράδοση όλα τα βιβλία της χάθηκαν. Αλλά και πάλι, όπως συνέβη όταν κάηκε η βιβλιοθήκη Bruckion κατά τη βασιλεία της Κλεοπάτρας, είχαν ήδη ληφθεί οι αναγκαίες προφυλάξεις ώστε να διασωθούν τα ανεκτίμητα χειρόγραφα. Από τη στιγμή που οι χριστιανοί άρχισαν να αποκτούν δύναμη στην Αλεξάνδρεια, τα βιβλία αποσύρθηκαν σταδιακά από το Σεράπειο και έτσι διασώθηκαν από το βανδαλισμό. Υπάρχουν ακόμα σήμερα πολλοί Κόπτες στην Αίγυπτο και τη Μικρά Ασία που δηλώνουν ότι ούτε ένας τόμος δεν χάθηκε. Κοντά στην Ισθμωνία, "τη πετρωμένη πόλη," υπάρχουν απέραντες υπόγειες στοές μέσα στις οποίες αποθηκεύτηκαν αμέτρητα χειρόγραφα. Ίσως κάποιος αρχαιολόγος του μέλλοντος να μπορέσει να ανακαλύψει ότι ο Θεοδόσιος, τελικά, απέτυχε να ολοκληρώσει το σκοπό του.
Με την καταστροφή των Σχολών του Μυστηρίου και του Σεράπειου, απομακρύνθηκαν δύο από τα σοβαρότερα εμπόδια στην πορεία της Χριστιανικής Εκκλησίας. Αλλά ακόμα παρέμεινε το τρίτο, και πολύ σημαντικότερο εμπόδιο: Η Νεοπλατωνική Σχολή. Η "τιμή" της καταστροφής της ανήκει στον Κύριλλο, τον ανιψιό του Θεόφιλου, που το 412 μΧ τον διαδέχθηκε στη θέση του επισκόπου της Αλεξάνδρειας. Στη χριστιανική ιστορία αναφέρεται για ανακήρυξη της Παρθένου Μαρίας από μητέρα του Ιησού σε μητέρα του Θεού! Εισήγαγε επίσης την εικόνα της Ίσιδας στη Χριστιανική Εκκλησία με το όνομα Μαρία. Αυτές οι "μαύρες Παρθένοι" υπάρχουν ακόμα σήμερα στην μητρόπολη του Moulins, στο παρεκκλήσι της Παρθένου στο Loretto, στην εκκλησία του Άγιου Στέφανου στη Γένοβα, και στην εκκλησία του Άγιου Φραγκίσκου στην Πίζα.
Ο Κύριλλος γιόρτασε την άνοδό στην εκκλησιαστική εξουσία με μια σειρά επιθέσεων, πρώτα κατά των Nοβιτιανών και έπειτα κατά των Εβραίων. Αν και οι Εβραίοι ήταν ευπρόσδεκτοι στην Αλεξάνδρεια από την ίδρυση της πόλης, ο Κύριλλος οδήγησε το φανατισμένο πλήθος σε επίθεση κατά των συναγωγών τους. Άοπλοι και απροετοίμαστοι, οι Εβραίοι ήταν ανίκανοι να αντιδράσουν. Τα κτίρια όπου έκαναν τις προσευχές τους ισοπεδώθηκαν, όλα τα αγαθά τους λεηλατήθηκαν, και οι ίδιοι εξορίστηκαν από την πόλη. Ο Κύριλλος καταγράφηκε στη χριστιανική ιστορία σαν ένας από τους "Αγίους" της Εκκλησίας, παρά το πολύ γνωστό γεγονός ότι καταδικάστηκε για κλοπή χρυσών και ασημένιων αντικειμένων από τις εκκλησίες και για σπατάλη των χρημάτων από την πώλησή τους. Αλλά το όνομα του Κύριλλου της Αλεξάνδρειας δεν έμεινε αμαυρωμένο στα θρησκευτικά χρονικά μόνο εξαιτίας αυτής της κλεψιάς. Το πραγματικό έγκλημά του ήταν σοβαρότερο -- η σκόπιμη δολοφονία, ενός από τους ευγενέστερους χαρακτήρες στην ιστορία: της ΥΠΑΤΙΑΣ.
Η Υπατία ήταν κόρη του Θέωνα, διάσημου φιλόσοφου και μαθηματικού, σχολιαστή του Ευκλείδη – έργο στο οποίο λέγεται ότι τον βοήθησε η κόρη του. Μοναχοκόρη, από πολύ μικρή ηλικία επέδειξε βαθύ ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά. Ο πατέρας της την δίδαξε με προσοχή και επιμέλεια, και έτσι σύντομα συμπεριλήφθηκε στους λαμπρότερους μαθητές του. Στα έργα της, σύμφωνα με το Σουίδα, περιλαμβάνονταν σχόλια στα Αριθμητικά του Διόφαντου της Αλεξάνδρειας, στα Κωνικά του Απολλώνιου της Περγάμου, και στον Αριθμητικό Κανόνα του Πτολεμαίου, αλλά όλα χάθηκαν.
Όσο καιρό η Υπατία ζούσε στην Αθήνα, ήρθε σε επαφή με τη Νεοπλατωνική Σχολή που είχε ιδρύσει ο Πλωτίνος, ο Πορφύριος και ο Ιάμβλιχος, και ταυτίστηκε με το Νεοπλατωνικό Κίνημα. Αργότερα, όταν μετοίκησε στην Αλεξάνδρεια, άρχισε να δίνει διαλέξεις και να διδάσκει στο περίφημο Μουσείο. Η ευγλωττία, η βαθιά γνώση, η νεότητα και η εξαιρετική ομορφιά της, σύντομα προσέλκυσαν μεγάλο πλήθος σπουδαστών και θαυμαστών. Έγινε αποδεκτή στους κύκλους των μεγάλων οικογενειών της Αλεξάνδρειας, και ανάμεσα στους φίλους της συγκαταλέγονταν δύο από τα ισχυρότερα ονόματα της εποχής της: ο Ορέστης, δήμαρχος της Αλεξάνδρειας, και ο Συνέσιος, επίσκοπος της Κυρήνης.
Η Νεοπλατωνική Σχολή έφθασε στο απόγειό της κατά τις ημέρες που προηγήθηκαν της καταστροφής της. Η Υπατία βοήθησε την Αίγυπτο να κατανοήσει βαθύτερα τα Αρχαία Μυστήριά της από όσο χιλιάδες χρόνια πριν. Με τις γνώσεις της στη Θεουργία αποκατέστησε την πρακτική αξία των Μυστηρίων και ολοκλήρωσε την εργασία που είχε αρχίσει ο Ιάμβλιχος πριν από εκατό χρόνια. Ακολουθώντας τα βήματα του Πλωτίνου και του Πορφύριου, κατέδειξε τη δυνατότητα της ένωσης του ατομικού Εαυτού με τον ΕΑΥΤΟ του παντός. Συνεχίζοντας την εργασία του Αμμώνιου Σακκά, παρουσίασε την ομοιότητα όλων των θρησκειών και την κοινή προέλευσή τους από την ίδια πηγή. Τα αβέβαια θεμέλια του χριστιανικού δόγματος εκτέθηκαν ακόμη περισσότερο όταν η Νεοπλατωνική Σχολή άρχισε να υιοθετεί την επαγωγική μέθοδο που υποστήριξε ο Αριστοτέλης. Από όλα τα πράγματα στη γη, η λογική και η εκλογικευμένη εξήγηση των πραγμάτων ήταν τα πιο μισητά στη νέα θρησκεία. Όταν η Υπατία ερεύνησε τις μεταφυσικές αλληγορίες από τις οποίες ο Χριστιανισμός είχε δανειστεί τα δόγματά του, και τις ανέλυσε ανοιχτά δημοσίως, χρησιμοποίησε ένα όπλο που οι Χριστιανοί μπορούσαν να αντιμετωπίσουν μόνο με τη βία. Αν επέτρεπαν στη Σχολή της να συνεχίσει, ολόκληρη η απάτη που είχε διαπράξει η Εκκλησία θα απογυμνωνόταν. Το φως του Νεοπλατωνισμού έλαμπε υπερβολικά έντονα επάνω στα κατασκευάσματά της.
Έτσι, ένα απόγευμα του έτους 414μΧ, ένα πλήθος φανατικών μοναχών του Κύριλλου, που οδηγούσε ο Πέτρος ο Αναγνώστης, συγκεντρώθηκε μπροστά στο Μουσείο όπου η Υπατία μόλις είχε ολοκληρώσει τη διδασκαλία της. Όταν έφθασε η άμαξά της στην πόρτα, η Υπατία εμφανίστηκε. Ένα σκούρο κύμα μοναχών, δολοφόνων στις καρδιές τους, όρμησαν ξεπροβάλλοντας από την κρυψώνα τους. Σαν θάλασσα ξεχύθηκαν γύρω από την άμαξά της και την ανάγκασαν να κατεβεί. Την γύμνωσαν και την έσυραν σε κοντινή εκκλησία του Θεού, τραβώντας το σώμα της μέσα από τις κρύες, αμυδρές σκιές που δημιουργούσε η τρεμουλιαστή φλόγα των αναμμένων κεριών και τα αρωματικά λιβάνια, ως τα σκαλοπάτια του ίδιου του βωμού. Απελευθερώνοντας το κορμί της από τα χέρια των βασανιστών της προς στιγμή, σηκώθηκε όρθια, λευκή σαν το χιόνι οπτασία εναντίον της σκοτεινής ορδής των μοναχών που την περιτριγύριζαν. Τα χείλη της άνοιξαν για να μιλήσει, αλλά ούτε μια λέξη δεν ακούστηκε, καθώς την ίδια στιγμή ο Πέτρος την έριξε κάτω και η σκοτεινή μάζα έκλεισε πάνω από την τρεμάμενη σάρκα της. Ύστερα έσυραν το νεκρό σώμα της στους δρόμους, αφαίρεσαν τη σάρκα από τα κόκαλα με κοφτερά κοχύλια, και έριξαν στη φωτιά ότι είχε απομείνει.
Έτσι θανατώθηκε η Υπατία και με το θάνατό της έκλεισε η μεγάλη Νεοπλατωνική Σχολή. Μερικοί φιλόσοφοι μετακόμισαν στην Αθήνα, αλλά οι Σχολές τους έκλεισαν κατόπιν διαταγής του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Με την αναχώρηση των τελευταίων επτά φιλοσόφων του μεγάλου Νεοπλατωνικού Κινήματος – Ερμία, Πισιάνου, Διογένη, Eυλάλιου, Δαμάσκιου, Σιμπλίκιου και Ισίδωρου, που κατέφυγαν στην Άπω Ανατολή για να γλυτώσουν από το διωγμό του Ιουστινιανού, η βασιλεία της αρχαίας σοφίας έληξε. Η Υπατία πέθανε το 414μΧ και ακριβώς 15 αιώνες αργότερα, το 1914, άρχισε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ανάμεσα στα χριστιανικά έθνη. Υπάρχει σύνδεση μεταξύ αυτών των δύο γεγονότων; Ο θάνατος της Υπατίας σηματοδότησε την αρχή του Σκοτεινής Εποχής, του Μεσαίωνα, και ο κόσμος καλύφθηκε από τα σύννεφα της άγνοιας και της δεισιδαιμονίας για χίλια έτη. Βρισκόμαστε σήμερα σε ένα ανάλογο σημείο του κύκλου. Αποκτώντας τη Γνώση εκείνου που πρέπει να γίνει, οι θεόσοφοι θα μπορέσουν να αποφύγουν μια επανάληψη της φρίκης του παρελθόντος.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου