Ο διωγμός της αρχαίας θρησκείας (4ος-5ος μ.χ)
Γράφει ο Έκτορας
Έρικα Λ. Γεωργιάδη
(Ομιλία στη Στοά ΥΠΑΤΙΑ)
Τον 4ο αι. μΧ συνέβη μια μεγάλη αλλαγή στην ιστορία της Δύσης. Ήταν η εποχή που ο Χριστιανισμός άρχισε να αποκτά μια ισχυρή μορφή πολιτικής οργάνωσης καταπνίγοντας τις αρχαίες θρησκείες, επιστήμες και φιλοσοφίες. Ο Κωνσταντίνος, ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτορας, γιος του Κωνσταντίνου και της Ελένης, γεννήθηκε παγανιστής, λάτρης του (Θεού-Ήλιου) Απόλλωνα, στο βωμό του οποίου έκανε πολλές προσφορές ενώ έκοψε νομίσματα που έφεραν την εικόνα του Απόλλωνα ως «σύντροφο και ο φύλακά» του.
Η
μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, που ήταν αποτέλεσμα ενός ψυχικού
οράματος, περιγράφεται από τον Ευσέβιο, στενό φίλο και σύντροφό του
καθώς και διάσημο βιογράφο του. Τη νύχτα πριν από την τελική μάχη του με
τον Μαξέντιο που τον είχε καταγγείλει σαν σφετεριστή του θρόνου, ο
Κωνσταντίνος απευθύνθηκε στο Θεό του για βοήθεια. Σύμφωνα με τον
Ευσέβιο, ενώ προσευχόταν ένθερμα, ένα θαυμαστό σημάδι εμφανίστηκε στους
ουρανούς, κάτι που αν είχε ειπωθεί από οποιονδήποτε άλλο θα ήταν δύσκολο
να γίνει πιστευτό. Αλλά μια που ο ίδιος ο Αυτοκράτορας περιέγραψε αυτή
την ιστορία στο συγγραφέα και την επιβεβαίωσε με όρκο, ποιος θα μπορούσε
να αμφιβάλλει; Είπε ότι όταν άρχισε να δύει ο ήλιος, είδε με τα μάτια
του έναν φωτεινό σταυρό με την επιγραφή: "Εν τούτω νίκα". (Vita
Constantin)
Την επόμενη νύχτα βίωσε ένα άλλο ψυχικό όραμα. Αυτή τη φορά είδε τον ίδιο τον Χριστό να εμφανίζεται φέροντας τον ίδιο σταυρό που είχε δει το προηγούμενο βράδυ. Ο Κωνσταντίνος δήλωσε ότι ο Χριστός τού είπε να τοποθετήσει το σταυρό στο λάβαρο της μάχης, και να προελάσει εναντίον του Μαξέντιου απόλυτα βέβαιος ότι θα νικήσει. Εκείνος υπάκουσε και νίκησε τον Μαξέντιο. Από τότε τοποθέτησε πάνω στο αυτοκρατορικό λάβαρο το σύμβολο του σταυρού και με αυτό οδηγούσε το στρατό του στη νίκη, στο όνομα του Χριστού και της Εκκλησίας. Πρόσθεσε επίσης άλλα δύο παγανιστικά σύμβολα στον Χριστιανισμό. Τη ράβδο με την γυριστή άκρη που ήταν το αρχαίο σύμβολο του Όσιρη, και τα γράμματα Ι.Χ.Σ. (HIS - Jesus Hominum Salvator ) ένα από τα ονόματα του Βάκχου, του Διόνυσου.
O Κωνσταντίνος γιόρτασε τη νίκη του επί του Μαξέντιου με την δολοφονία των δύο γιων του αντιπάλου του. Κατόπιν ακολούθησε η δολοφονία πέντε μελών της οικογένειάς του, και αργότερα η δολοφονία της συζύγου του. Τελικά αυτά τα εγκλήματα άρχισαν να βαραίνουν στη συνείδησή του και αργότερα αισθάνθηκε ενοχές. Αν και μαχόταν κάτω από το λάβαρο του Χριστού για είκοσι χρόνια, στράφηκε πίσω στις «παγανιστικές» θρησκείες για συγχώρεση των αμαρτιών του, αλλά του είπαν ότι καμία «παγανιστική» θρησκεία δεν θα μπορούσε να του δώσει άφεση αμαρτιών για τέτοια εγκλήματα. Στράφηκε έπειτα στη Χριστιανική Εκκλησία και πληροφορήθηκε ότι μέσω του Χριστιανικού βαπτίσματος μπορούσε να συγχωρεθεί οποιοδήποτε έγκλημα ανεξάρτητα από το μέγεθός του. Συγχρόνως έμαθε ότι αυτό το βάπτισμα θα μπορούσε να το αναβάλει μέχρι και την ημέρα του θανάτου του, χωρίς καμιά απώλεια στην αποτελεσματικότητά του. Κατά συνέπεια, όπως αναφέρει ο Ευσέβιος: «Όταν αντιλήφθηκε ότι η στιγμή του θανάτου του πλησίαζε, ομολόγησε τις αμαρτίες του επιθυμώντας τη συγχώρεση από το Θεό και βαφτίστηκε. Έτσι ο Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος από όλους τους αυτοκράτορες που βαφτίστηκε, και που υπέγραφε με το σημάδι του σταυρού. (Vita Constantin).
Από τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος συνειδητοποίησε ότι τα εγκλήματά του θα μπορούσαν να συγχωρεθούν από το Χριστιανικό βάπτισμα, δήλωσε προστάτης μιας θρησκείας που συμπεριφερόταν στους εγκληματίες με τόση ηπιότητα. Αμέσως άρχισε να δείχνει την ευγνωμοσύνη του στην Εκκλησία. Πρόσφερε το παλάτι Λάτεραν στους επισκόπους της Ρώμης. Έστειλε τη μητέρα του Ελένη στην Ιερουσαλήμ και οικοδόμησε διάφορες εκκλησίες στους Άγιους Τόπους. Κατόπιν έστρεψε την προσοχή του στην αύξηση των μελών της Εκκλησίας χαρίζοντας ελευθερία σε όλους τους σκλάβους που θα δέχονταν την Χριστιανική πίστη, ενώ σε εκείνους που δεν ήταν σκλάβοι πρόσφερε λευκά ενδύματα και είκοσι κομμάτια χρυσού.
Ως αποτέλεσμα αυτής της προπαγάνδας, δώδεκα χιλιάδες νεοφώτιστοι προστέθηκαν στο Χριστιανισμό μόνο στην πόλη της Ρώμης. Έπειτα, αποφάσισε να αυξήσει τον πλούτο της Εκκλησίας. Έδωσε την άδεια σε όποιον ήθελε, να κληροδοτήσει τη περιουσία του στην Εκκλησία. Σύντομα τα ενοίκια από τα σπίτια, τα καταστήματα και τους κήπους που περιέβαλλαν τις τρεις μεγάλες εκκλησίες, απέφεραν ετήσιο εισόδημα 60.000 χρυσών νομισμάτων. Τότε εκείνος αύξησε τους ετήσιους μισθούς των Επισκόπων σε 3.000 χρυσά, και στη Σύνοδο της Νίκαιας τούς διαβεβαίωσε ότι αν οποιοσδήποτε ανάμεσά τους συλλαμβανόταν για μοιχεία, ο αυτοκρατορικός μανδύας θα έπεφτε επάνω του έτσι ώστε ο κόσμος να μην μάθει την παράβασή του. Η επόμενη πράξη του ήταν να εκδώσει ένα διάταγμα ενάντια σε όλους εκείνους που αρνήθηκαν να δεχτούν το Χριστιανισμό, διατάζοντας να κατεδαφιστούν οι χώροι των συγκεντρώσεών τους ή να δημευθούν.
Σύμφωνα με το διάδοχό του, τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, πολλοί φυλακίστηκαν, εκδιώχτηκαν και οδηγήθηκαν στην εξορία, ενώ κατασφάχτηκαν ολόκληρες στρατιές ατόμων που κατηγορούνταν ως «Αιρετικοί». Κατέστρεψε πολλές επαρχιακές πόλεις και χωριά. (Ιουλιανός: lii Επιστολή.) Διέταξε έπειτα την καταστροφή όλων των γραφών που ήταν αντίθετες στη Χριστιανική πίστη. Και τελικά, προκειμένου να πείσει το λαό να σεβαστεί τον Χριστιανισμό, ο Κωνσταντίνος έβαλε στα χρυσά νομίσματα τον εαυτό του να προσεύχεται με τα χέρια ενωμένα κοιτώντας προς τον ουρανό. Σε διάφορες πύλες του παλατιού υπήρχε η εικόνα του να προσεύχεται με τα χέρια και τα μάτια στραμμένα προς τον ουρανό. (Vita Constantin.) Το ψυχικό όραμα του Κωνσταντίνου που συνετέλεσε στη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, ήταν ο πρόδρομος ενός μεγάλου ψυχικού κύματος που κατέκλυσε ολόκληρο το Χριστιανικό κόσμο. Το γεγονός σημάδεψε την αρχή της "Εποχής των θαυμάτων" που χαρακτηρίζεται από την λείψανο-λατρεία, που σταδιακά έδωσε τη θέση της στη νεκρομαντεία και τη λατρεία των νεκρών. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, ένα παρόμοιο ψυχικό κύμα, γνωστό ως πνευματισμός, εμφανίστηκε στην Αμερική.
Όσο η μητέρα του Κωνσταντίνου ήταν στην Ιερουσαλήμ, «σαν από θαύμα» ανακαλύφθηκαν οι τρεις σταυροί επάνω στους οποίους ο Ιησούς και οι δύο κλέφτες είχαν, υποθετικά, σταυρωθεί. Αργότερα πήραν στην Κωνσταντινούπολη τα καρφιά με τα οποία υποτίθεται ότι ήταν καρφωμένος ο Ιησούς στο σταυρό, και κατασκεύασαν με αυτά ένα στέμμα δόξας για το άγαλμα του Κωνσταντίνου. Οι σκελετοί του Μάρκου και του Ιάκωβου ανακαλύφτηκαν με τον ίδιο «θαυματουργό» τρόπο και τους αποδόθηκαν μυστηριώδεις δυνάμεις και ιδιότητες. Σύντομα η λατρεία των οστών άγιων ανθρώπων επεκτάθηκε περιλαμβάνοντας τη λατρεία των απλών νεκρών, και οι Χριστιανοί, που πάντα ψάχνονταν για θαύματα, άρχισαν να συναντώνται στα νεκροταφεία όπου οι «σκιές» των νεκρών προσκαλούνταν και κατευνάζονταν με τρόφιμα και κρασί. Η "Εποχή των θαυμάτων" έφθασε στο αποκορύφωμά της το 325μΧ, όταν στη Σύνοδο της Νίκαιας επιλέχτηκαν μέσω «θαυματουργής επέμβασης» τα τέσσερα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη. Πρέπει να αναφερθεί ότι επειδή ο ίδιος ο Ιησούς δεν είχε αφήσει τίποτα εγγράφως, δεν υπήρχε κανένα πρωτότυπο ώστε να συγκριθούν οι νεώτερες αναφορές για τη ζωή και τη διδασκαλία του. Στα 300 έτη που πέρασαν από το θάνατό του, ένας μεγάλος αριθμός χειρογράφων είχε έρθει στο φως και όλα υποστηρίζονταν ως αυθεντικά. Όσον αφορά εκείνους που ζούσαν τον τρίτο αιώνα, ο Φάουστος ο Μανιχαίος είχε γράψει:
«Όλοι ξέρουν ότι τα Ευαγγέλια δεν γράφτηκαν ούτε από τον Ιησού Χριστό ούτε από τους Αποστόλους του, αλλά πολύ αργότερα, από μερικούς άγνωστους οι οποίοι, κρίνοντας ότι δύσκολα θα γίνονταν πιστευτοί λέγοντας πράγματα που δεν είχαν οι ίδιοι δει, τιτλοφορούσαν τις αφηγήσεις τους με τα ονόματα των Αποστόλων ή μαθητών τους».
Τον τέταρτο αιώνα κρίθηκε απαραίτητο από την Εκκλησία να αποφασίσει ποια από τα Ευαγγέλια που κυκλοφορούσαν θα έπρεπε να γίνουν αποδεκτά ως αυθεντικά. Η ερώτηση τέθηκε στη Σύνοδο της Νίκαιας. Ευτυχώς σώθηκαν οι καταθέσεις δύο μαρτύρων και έτσι δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία ως προς τη μέθοδο που χρησιμοποίησε η Εκκλησία στην επιλογή των Ευαγγελίων. Στη Σύνοδο ήταν παρόντες 318 επίσκοποι και ένας από τους δύο αυτόπτες μάρτυρες, ο Σαμπίνος, επίσκοπος της Ηράκλειας, μας άφησε μια περιγραφή για τις νοητικές τους ικανότητες. «Με εξαίρεση τον αυτοκράτορα (Κωνσταντίνο)» είπε, «και τον Ευσέβιο Πάμφυλο, οι επίσκοποι ήταν όλοι αναλφάβητοι, κοινά πλάσματα που δεν καταλάβαιναν τίποτα.» Περίπου σαράντα Ευαγγέλια παρατέθηκαν εμπρός τους. Δεδομένου ότι διέφεραν αρκετά στο περιεχόμενό τους, η απόφαση ήταν δύσκολη. Τελικά αποφασίστηκε να προσφύγουν στη «θαυματουργή επέμβαση.» Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν γνωστή ως Sortes Sanctorum (ιερή τύχη), ή "ιερή ρίψη λαχνών για λόγους μαντείας." Η χρήση της στη Σύνοδο της Νίκαιας περιγράφηκε από έναν άλλο αυτόπτη μάρτυρα, τον Πάππο, στο «Συνοδικόν». Λέει:
«Αφού έβαλαν μια στοίβα βιβλίων που είχαν παραπεμφθεί στη Σύνοδο για προσδιορισμό, κάτω από μια Άγια Τράπεζα σε μια Εκκλησία, (οι επίσκοποι) ικέτευσαν τον Κύριο να βρεθούν οι εμπνευσμένες γραφές επάνω στον τραπέζι ενώ οι πλαστές να παραμείνουν από κάτω. Και έτσι συνέβη. Όταν οι επίσκοποι το επόμενο πρωί επέστρεψαν στην αίθουσα της Συνόδου, τα τέσσερα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη, βρίσκονταν πάνω στην Άγια Τράπεζα. Η παρουσία τους στη Καινή Διαθήκη οφείλεται στην τέχνη της μαντείας, για την άσκηση της οποίας, η Εκκλησία αργότερα καταδίκαζε άνδρες και γυναίκες ως μάγους και μάγισσες και τους έκαιγε κατά χιλιάδες.»
Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, η πολιτική του συνεχίστηκε από τους δύο γιους του. Για κάθε ανοχή στην παράνομη συμπεριφορά των Χριστιανών, υπήρχε αμφιβολία εις βάρος των παγανιστών, και η περαιτέρω καταστροφή των «παγανιστικών» ναών γιορτάστηκε ως ένα από τα ευτυχέστερα γεγονότα της βασιλείας τους. Αντιλαμβανόμενοι την αποτελεσματικότητα του Χριστιανικού βαπτίσματος στην περίπτωση του πατέρα τους, αποφάσισαν να το ορίσουν ως υποχρεωτικό ακόμα και για εκείνους που δεν το ήθελαν. Όπως λέει ο Γίββων:
«Η τελετουργία του βαπτίσματος γινόταν σε γυναίκες και παιδιά που αρπάζονταν βίαια μέσα από τα χέρια φίλων και γονέων γι’ αυτό το σκοπό. Άνοιγαν τα στόματα τους με μια ξύλινη μηχανή, και έβαζαν με το ζόρι το καθαγιασμένο ψωμί στους λαιμούς τους.» (Decline and Fall of the Roman Empire.)
Όταν ο ανιψιός του Κωνσταντίνου, ο Ιουλιανός, ανέβηκε στο θρόνο, όλα αυτά άλλαξαν. Ο Ιουλιανός ήταν Νεοπλατωνικός και μαθητής του Αιδέσιου, ο οποίος είχε διδαχθεί από τον Ιάμβλιχο. Ο Ιουλιανός μυήθηκε στην Έφεσο όταν ήταν μόνο είκοσι χρόνων, και αργότερα μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια. Όταν παρέλαβε την εξουσία, όλος ο χριστιανικός κόσμος βρέθηκε σε κατάσταση ταραχής. Πώς θα δρούσε αυτός ο νεοπλατωνικός, αυτός ο μυημένος, απέναντι στον Χριστιανισμό; Θα έπαιρνε εκδίκηση με κάποια νέα και ακόμα σκληρότερα είδη βασανιστηρίων και θανάτων; Ο Ιουλιανός απάντησε σε αυτά τα ερωτήματα με έναν αληθινά χριστιανικό τρόπο. Έδωσε αμέσως ελευθερία και ίσα δικαιώματα σε όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας του, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Προσκάλεσε όλους τους χριστιανούς επισκόπους που είχαν εξοριστεί εξ αιτίας των ανορθόδοξων απόψεών τους, να επιστρέψουν στις θέσεις τους. Συγχρόνως ώθησε τους «παγανιστικούς» δασκάλους, που ο Κωνσταντίνος είχε εκδιώξει από την Αλεξάνδρεια, να συνεχίσουν τις φιλοσοφικές αναζητήσεις τους. Προσκάλεσε τις αντιτιθέμενες χριστιανικές φατρίες να συναντηθούν στο παλάτι του, συμβουλεύοντάς τους να δώσουν ένα τέλος στις διαφορές τους και να προσπαθήσουν να ζήσουν αρμονικά. Αλλά συγχρόνως έδωσε άδεια στους «παγανιστές» υπηκόους του να ανοίξουν πάλι τους ναούς τους και να συνεχίσουν την λατρεία τους. Λόγω αυτής της δίκαιης και αμερόληπτης μεταχείρισης των υπηκόων του, ο Ιουλιανός είναι γνωστός στην χριστιανική ιστορία υπό τον ατιμωτικό τίτλο «Ο Αποστάτης».
Η γνώση που ο Ιουλιανός είχε αποκτήσει στις μυήσεις του, τον έκανε απειλή για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Ωθήθηκε να δημοσιοποιήσει την γνώση του έτσι ώστε η Χριστιανική Εκκλησία να μπορέσει να αντικρούσει τις δηλώσεις του. Σε αυτό ο Ιουλιανός απάντησε: «Εάν πρόκειται να πω κάτι για την μύηση στα Ιερά Μυστήρια σεβόμενος τον «επτάκτινο Θεό…, θα πρέπει να πω πράγματα άγνωστα στον όχλο, πολύ άγνωστα, αλλά πολύ γνωστά στους Ευλογημένους Θεουργούς.» Αυτή η απάντηση ξεκίνησε μια θύελλα διαμαρτυρίας μεταξύ των χριστιανών υπηκόων του. Η ιστορία μας ενημερώνει ότι αυτός ο "μέγιστος εχθρός του χριστιανισμού," μετά από μία βασιλεία μόνο δεκαοχτώ μηνών, έφθασε στο τέλος του πρόωρα μέσω μιας "υπερφυσικής επέμβασης", όταν μία λόγχη τον πλήγωσε στη μάχη με τον Πέρση βασιλιά Σαπώρ. Λίγο πριν πεθάνει, ο Ιουλιανός περιέγραψε με μερικές λέξεις το στόχο και σκοπό της ζωής του:
«ΕΧΩ ΜΑΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ,» είπε, «ΠΟΣΟ ΠΙΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΨΥΧΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ, ΚΑΙ ΟΤΙ Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΕΣΤΕΡΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΧΑΡΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ». Κατόπιν, γυρίζοντας προς τους δύο φιλοσόφους, τον Πρίσκο και τον Μάξιμο, που στέκονταν κοντά στο νεκροκρέβατό του, ξεκίνησε μια μεταφυσική συζήτηση ως προς τη φύση της ψυχής και τους βεβαίωσε ότι πάντα προσπαθούσε να ζει υπό το φως της ψυχής. «Μπορώ να διαβεβαιώσω με πεποίθηση ότι η εκπόρευση της Θείας Δύναμης διατηρήθηκε στα χέρια μου καθαρή και αμόλυντη. Απεχθάνομαι τα διεφθαρμένα και καταστρεπτικά αξιώματα του δεσποτισμού, και γι’ αυτό έθεσα την ευτυχία των ανθρώπων σκοπό της διακυβέρνησής μου. (Ammianus: XXV.)
Μετά το θάνατο του Ιουλιανού η Χριστιανική Εκκλησία επανέκτησε τη δύναμή της και σφραγίστηκε ο αφανισμός των αρχαίων θρησκειών, επιστημών και φιλοσοφιών - αλλά όχι για πάντα!!! Η Εκκλησία, για τη δική της ασφάλεια, είχε δανειστεί πάρα πολλά από αυτές. Κάθε γεγονός στη ζωή του Ιησού, από την παρθενογένεση μέχρι την τελική σταύρωση και την ανάσταση του, είχε αντιγραφεί από τις ιστορίες των θεών των «παγανιστών». Κάθε δόγμα και τελετουργία στην Χριστιανική Εκκλησία ήταν κλεμμένα από τα αρχαία Ελληνικά Μυστήρια. Αυτά τα γεγονότα ήταν γνωστά σε ολόκληρο το «παγανιστικό» κόσμο και δεδομένου ότι η Εκκλησία συνέχιζε ασταμάτητα να δανείζεται από τους παγανιστές με ένα συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό, γινόταν όλο και πιο δύσκολο να διατηρήσει τη «μοναδικότητα» που αξίωνε...
Η ανάρτηση θα συνεχιστεί και σε δεύτερο μέρος!
Έρικα Λ. Γεωργιάδη
(Ομιλία στη Στοά ΥΠΑΤΙΑ)
Τον 4ο αι. μΧ συνέβη μια μεγάλη αλλαγή στην ιστορία της Δύσης. Ήταν η εποχή που ο Χριστιανισμός άρχισε να αποκτά μια ισχυρή μορφή πολιτικής οργάνωσης καταπνίγοντας τις αρχαίες θρησκείες, επιστήμες και φιλοσοφίες. Ο Κωνσταντίνος, ο πρώτος Χριστιανός αυτοκράτορας, γιος του Κωνσταντίνου και της Ελένης, γεννήθηκε παγανιστής, λάτρης του (Θεού-Ήλιου) Απόλλωνα, στο βωμό του οποίου έκανε πολλές προσφορές ενώ έκοψε νομίσματα που έφεραν την εικόνα του Απόλλωνα ως «σύντροφο και ο φύλακά» του.
Την επόμενη νύχτα βίωσε ένα άλλο ψυχικό όραμα. Αυτή τη φορά είδε τον ίδιο τον Χριστό να εμφανίζεται φέροντας τον ίδιο σταυρό που είχε δει το προηγούμενο βράδυ. Ο Κωνσταντίνος δήλωσε ότι ο Χριστός τού είπε να τοποθετήσει το σταυρό στο λάβαρο της μάχης, και να προελάσει εναντίον του Μαξέντιου απόλυτα βέβαιος ότι θα νικήσει. Εκείνος υπάκουσε και νίκησε τον Μαξέντιο. Από τότε τοποθέτησε πάνω στο αυτοκρατορικό λάβαρο το σύμβολο του σταυρού και με αυτό οδηγούσε το στρατό του στη νίκη, στο όνομα του Χριστού και της Εκκλησίας. Πρόσθεσε επίσης άλλα δύο παγανιστικά σύμβολα στον Χριστιανισμό. Τη ράβδο με την γυριστή άκρη που ήταν το αρχαίο σύμβολο του Όσιρη, και τα γράμματα Ι.Χ.Σ. (HIS - Jesus Hominum Salvator ) ένα από τα ονόματα του Βάκχου, του Διόνυσου.
O Κωνσταντίνος γιόρτασε τη νίκη του επί του Μαξέντιου με την δολοφονία των δύο γιων του αντιπάλου του. Κατόπιν ακολούθησε η δολοφονία πέντε μελών της οικογένειάς του, και αργότερα η δολοφονία της συζύγου του. Τελικά αυτά τα εγκλήματα άρχισαν να βαραίνουν στη συνείδησή του και αργότερα αισθάνθηκε ενοχές. Αν και μαχόταν κάτω από το λάβαρο του Χριστού για είκοσι χρόνια, στράφηκε πίσω στις «παγανιστικές» θρησκείες για συγχώρεση των αμαρτιών του, αλλά του είπαν ότι καμία «παγανιστική» θρησκεία δεν θα μπορούσε να του δώσει άφεση αμαρτιών για τέτοια εγκλήματα. Στράφηκε έπειτα στη Χριστιανική Εκκλησία και πληροφορήθηκε ότι μέσω του Χριστιανικού βαπτίσματος μπορούσε να συγχωρεθεί οποιοδήποτε έγκλημα ανεξάρτητα από το μέγεθός του. Συγχρόνως έμαθε ότι αυτό το βάπτισμα θα μπορούσε να το αναβάλει μέχρι και την ημέρα του θανάτου του, χωρίς καμιά απώλεια στην αποτελεσματικότητά του. Κατά συνέπεια, όπως αναφέρει ο Ευσέβιος: «Όταν αντιλήφθηκε ότι η στιγμή του θανάτου του πλησίαζε, ομολόγησε τις αμαρτίες του επιθυμώντας τη συγχώρεση από το Θεό και βαφτίστηκε. Έτσι ο Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος από όλους τους αυτοκράτορες που βαφτίστηκε, και που υπέγραφε με το σημάδι του σταυρού. (Vita Constantin).
Από τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος συνειδητοποίησε ότι τα εγκλήματά του θα μπορούσαν να συγχωρεθούν από το Χριστιανικό βάπτισμα, δήλωσε προστάτης μιας θρησκείας που συμπεριφερόταν στους εγκληματίες με τόση ηπιότητα. Αμέσως άρχισε να δείχνει την ευγνωμοσύνη του στην Εκκλησία. Πρόσφερε το παλάτι Λάτεραν στους επισκόπους της Ρώμης. Έστειλε τη μητέρα του Ελένη στην Ιερουσαλήμ και οικοδόμησε διάφορες εκκλησίες στους Άγιους Τόπους. Κατόπιν έστρεψε την προσοχή του στην αύξηση των μελών της Εκκλησίας χαρίζοντας ελευθερία σε όλους τους σκλάβους που θα δέχονταν την Χριστιανική πίστη, ενώ σε εκείνους που δεν ήταν σκλάβοι πρόσφερε λευκά ενδύματα και είκοσι κομμάτια χρυσού.
Ως αποτέλεσμα αυτής της προπαγάνδας, δώδεκα χιλιάδες νεοφώτιστοι προστέθηκαν στο Χριστιανισμό μόνο στην πόλη της Ρώμης. Έπειτα, αποφάσισε να αυξήσει τον πλούτο της Εκκλησίας. Έδωσε την άδεια σε όποιον ήθελε, να κληροδοτήσει τη περιουσία του στην Εκκλησία. Σύντομα τα ενοίκια από τα σπίτια, τα καταστήματα και τους κήπους που περιέβαλλαν τις τρεις μεγάλες εκκλησίες, απέφεραν ετήσιο εισόδημα 60.000 χρυσών νομισμάτων. Τότε εκείνος αύξησε τους ετήσιους μισθούς των Επισκόπων σε 3.000 χρυσά, και στη Σύνοδο της Νίκαιας τούς διαβεβαίωσε ότι αν οποιοσδήποτε ανάμεσά τους συλλαμβανόταν για μοιχεία, ο αυτοκρατορικός μανδύας θα έπεφτε επάνω του έτσι ώστε ο κόσμος να μην μάθει την παράβασή του. Η επόμενη πράξη του ήταν να εκδώσει ένα διάταγμα ενάντια σε όλους εκείνους που αρνήθηκαν να δεχτούν το Χριστιανισμό, διατάζοντας να κατεδαφιστούν οι χώροι των συγκεντρώσεών τους ή να δημευθούν.
Σύμφωνα με το διάδοχό του, τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, πολλοί φυλακίστηκαν, εκδιώχτηκαν και οδηγήθηκαν στην εξορία, ενώ κατασφάχτηκαν ολόκληρες στρατιές ατόμων που κατηγορούνταν ως «Αιρετικοί». Κατέστρεψε πολλές επαρχιακές πόλεις και χωριά. (Ιουλιανός: lii Επιστολή.) Διέταξε έπειτα την καταστροφή όλων των γραφών που ήταν αντίθετες στη Χριστιανική πίστη. Και τελικά, προκειμένου να πείσει το λαό να σεβαστεί τον Χριστιανισμό, ο Κωνσταντίνος έβαλε στα χρυσά νομίσματα τον εαυτό του να προσεύχεται με τα χέρια ενωμένα κοιτώντας προς τον ουρανό. Σε διάφορες πύλες του παλατιού υπήρχε η εικόνα του να προσεύχεται με τα χέρια και τα μάτια στραμμένα προς τον ουρανό. (Vita Constantin.) Το ψυχικό όραμα του Κωνσταντίνου που συνετέλεσε στη μεταστροφή του στο Χριστιανισμό, ήταν ο πρόδρομος ενός μεγάλου ψυχικού κύματος που κατέκλυσε ολόκληρο το Χριστιανικό κόσμο. Το γεγονός σημάδεψε την αρχή της "Εποχής των θαυμάτων" που χαρακτηρίζεται από την λείψανο-λατρεία, που σταδιακά έδωσε τη θέση της στη νεκρομαντεία και τη λατρεία των νεκρών. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι σχεδόν δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, ένα παρόμοιο ψυχικό κύμα, γνωστό ως πνευματισμός, εμφανίστηκε στην Αμερική.
Όσο η μητέρα του Κωνσταντίνου ήταν στην Ιερουσαλήμ, «σαν από θαύμα» ανακαλύφθηκαν οι τρεις σταυροί επάνω στους οποίους ο Ιησούς και οι δύο κλέφτες είχαν, υποθετικά, σταυρωθεί. Αργότερα πήραν στην Κωνσταντινούπολη τα καρφιά με τα οποία υποτίθεται ότι ήταν καρφωμένος ο Ιησούς στο σταυρό, και κατασκεύασαν με αυτά ένα στέμμα δόξας για το άγαλμα του Κωνσταντίνου. Οι σκελετοί του Μάρκου και του Ιάκωβου ανακαλύφτηκαν με τον ίδιο «θαυματουργό» τρόπο και τους αποδόθηκαν μυστηριώδεις δυνάμεις και ιδιότητες. Σύντομα η λατρεία των οστών άγιων ανθρώπων επεκτάθηκε περιλαμβάνοντας τη λατρεία των απλών νεκρών, και οι Χριστιανοί, που πάντα ψάχνονταν για θαύματα, άρχισαν να συναντώνται στα νεκροταφεία όπου οι «σκιές» των νεκρών προσκαλούνταν και κατευνάζονταν με τρόφιμα και κρασί. Η "Εποχή των θαυμάτων" έφθασε στο αποκορύφωμά της το 325μΧ, όταν στη Σύνοδο της Νίκαιας επιλέχτηκαν μέσω «θαυματουργής επέμβασης» τα τέσσερα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη. Πρέπει να αναφερθεί ότι επειδή ο ίδιος ο Ιησούς δεν είχε αφήσει τίποτα εγγράφως, δεν υπήρχε κανένα πρωτότυπο ώστε να συγκριθούν οι νεώτερες αναφορές για τη ζωή και τη διδασκαλία του. Στα 300 έτη που πέρασαν από το θάνατό του, ένας μεγάλος αριθμός χειρογράφων είχε έρθει στο φως και όλα υποστηρίζονταν ως αυθεντικά. Όσον αφορά εκείνους που ζούσαν τον τρίτο αιώνα, ο Φάουστος ο Μανιχαίος είχε γράψει:
«Όλοι ξέρουν ότι τα Ευαγγέλια δεν γράφτηκαν ούτε από τον Ιησού Χριστό ούτε από τους Αποστόλους του, αλλά πολύ αργότερα, από μερικούς άγνωστους οι οποίοι, κρίνοντας ότι δύσκολα θα γίνονταν πιστευτοί λέγοντας πράγματα που δεν είχαν οι ίδιοι δει, τιτλοφορούσαν τις αφηγήσεις τους με τα ονόματα των Αποστόλων ή μαθητών τους».
Τον τέταρτο αιώνα κρίθηκε απαραίτητο από την Εκκλησία να αποφασίσει ποια από τα Ευαγγέλια που κυκλοφορούσαν θα έπρεπε να γίνουν αποδεκτά ως αυθεντικά. Η ερώτηση τέθηκε στη Σύνοδο της Νίκαιας. Ευτυχώς σώθηκαν οι καταθέσεις δύο μαρτύρων και έτσι δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία ως προς τη μέθοδο που χρησιμοποίησε η Εκκλησία στην επιλογή των Ευαγγελίων. Στη Σύνοδο ήταν παρόντες 318 επίσκοποι και ένας από τους δύο αυτόπτες μάρτυρες, ο Σαμπίνος, επίσκοπος της Ηράκλειας, μας άφησε μια περιγραφή για τις νοητικές τους ικανότητες. «Με εξαίρεση τον αυτοκράτορα (Κωνσταντίνο)» είπε, «και τον Ευσέβιο Πάμφυλο, οι επίσκοποι ήταν όλοι αναλφάβητοι, κοινά πλάσματα που δεν καταλάβαιναν τίποτα.» Περίπου σαράντα Ευαγγέλια παρατέθηκαν εμπρός τους. Δεδομένου ότι διέφεραν αρκετά στο περιεχόμενό τους, η απόφαση ήταν δύσκολη. Τελικά αποφασίστηκε να προσφύγουν στη «θαυματουργή επέμβαση.» Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν γνωστή ως Sortes Sanctorum (ιερή τύχη), ή "ιερή ρίψη λαχνών για λόγους μαντείας." Η χρήση της στη Σύνοδο της Νίκαιας περιγράφηκε από έναν άλλο αυτόπτη μάρτυρα, τον Πάππο, στο «Συνοδικόν». Λέει:
«Αφού έβαλαν μια στοίβα βιβλίων που είχαν παραπεμφθεί στη Σύνοδο για προσδιορισμό, κάτω από μια Άγια Τράπεζα σε μια Εκκλησία, (οι επίσκοποι) ικέτευσαν τον Κύριο να βρεθούν οι εμπνευσμένες γραφές επάνω στον τραπέζι ενώ οι πλαστές να παραμείνουν από κάτω. Και έτσι συνέβη. Όταν οι επίσκοποι το επόμενο πρωί επέστρεψαν στην αίθουσα της Συνόδου, τα τέσσερα Ευαγγέλια του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννη, βρίσκονταν πάνω στην Άγια Τράπεζα. Η παρουσία τους στη Καινή Διαθήκη οφείλεται στην τέχνη της μαντείας, για την άσκηση της οποίας, η Εκκλησία αργότερα καταδίκαζε άνδρες και γυναίκες ως μάγους και μάγισσες και τους έκαιγε κατά χιλιάδες.»
Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου, η πολιτική του συνεχίστηκε από τους δύο γιους του. Για κάθε ανοχή στην παράνομη συμπεριφορά των Χριστιανών, υπήρχε αμφιβολία εις βάρος των παγανιστών, και η περαιτέρω καταστροφή των «παγανιστικών» ναών γιορτάστηκε ως ένα από τα ευτυχέστερα γεγονότα της βασιλείας τους. Αντιλαμβανόμενοι την αποτελεσματικότητα του Χριστιανικού βαπτίσματος στην περίπτωση του πατέρα τους, αποφάσισαν να το ορίσουν ως υποχρεωτικό ακόμα και για εκείνους που δεν το ήθελαν. Όπως λέει ο Γίββων:
«Η τελετουργία του βαπτίσματος γινόταν σε γυναίκες και παιδιά που αρπάζονταν βίαια μέσα από τα χέρια φίλων και γονέων γι’ αυτό το σκοπό. Άνοιγαν τα στόματα τους με μια ξύλινη μηχανή, και έβαζαν με το ζόρι το καθαγιασμένο ψωμί στους λαιμούς τους.» (Decline and Fall of the Roman Empire.)
Όταν ο ανιψιός του Κωνσταντίνου, ο Ιουλιανός, ανέβηκε στο θρόνο, όλα αυτά άλλαξαν. Ο Ιουλιανός ήταν Νεοπλατωνικός και μαθητής του Αιδέσιου, ο οποίος είχε διδαχθεί από τον Ιάμβλιχο. Ο Ιουλιανός μυήθηκε στην Έφεσο όταν ήταν μόνο είκοσι χρόνων, και αργότερα μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια. Όταν παρέλαβε την εξουσία, όλος ο χριστιανικός κόσμος βρέθηκε σε κατάσταση ταραχής. Πώς θα δρούσε αυτός ο νεοπλατωνικός, αυτός ο μυημένος, απέναντι στον Χριστιανισμό; Θα έπαιρνε εκδίκηση με κάποια νέα και ακόμα σκληρότερα είδη βασανιστηρίων και θανάτων; Ο Ιουλιανός απάντησε σε αυτά τα ερωτήματα με έναν αληθινά χριστιανικό τρόπο. Έδωσε αμέσως ελευθερία και ίσα δικαιώματα σε όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας του, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους. Προσκάλεσε όλους τους χριστιανούς επισκόπους που είχαν εξοριστεί εξ αιτίας των ανορθόδοξων απόψεών τους, να επιστρέψουν στις θέσεις τους. Συγχρόνως ώθησε τους «παγανιστικούς» δασκάλους, που ο Κωνσταντίνος είχε εκδιώξει από την Αλεξάνδρεια, να συνεχίσουν τις φιλοσοφικές αναζητήσεις τους. Προσκάλεσε τις αντιτιθέμενες χριστιανικές φατρίες να συναντηθούν στο παλάτι του, συμβουλεύοντάς τους να δώσουν ένα τέλος στις διαφορές τους και να προσπαθήσουν να ζήσουν αρμονικά. Αλλά συγχρόνως έδωσε άδεια στους «παγανιστές» υπηκόους του να ανοίξουν πάλι τους ναούς τους και να συνεχίσουν την λατρεία τους. Λόγω αυτής της δίκαιης και αμερόληπτης μεταχείρισης των υπηκόων του, ο Ιουλιανός είναι γνωστός στην χριστιανική ιστορία υπό τον ατιμωτικό τίτλο «Ο Αποστάτης».
Η γνώση που ο Ιουλιανός είχε αποκτήσει στις μυήσεις του, τον έκανε απειλή για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Ωθήθηκε να δημοσιοποιήσει την γνώση του έτσι ώστε η Χριστιανική Εκκλησία να μπορέσει να αντικρούσει τις δηλώσεις του. Σε αυτό ο Ιουλιανός απάντησε: «Εάν πρόκειται να πω κάτι για την μύηση στα Ιερά Μυστήρια σεβόμενος τον «επτάκτινο Θεό…, θα πρέπει να πω πράγματα άγνωστα στον όχλο, πολύ άγνωστα, αλλά πολύ γνωστά στους Ευλογημένους Θεουργούς.» Αυτή η απάντηση ξεκίνησε μια θύελλα διαμαρτυρίας μεταξύ των χριστιανών υπηκόων του. Η ιστορία μας ενημερώνει ότι αυτός ο "μέγιστος εχθρός του χριστιανισμού," μετά από μία βασιλεία μόνο δεκαοχτώ μηνών, έφθασε στο τέλος του πρόωρα μέσω μιας "υπερφυσικής επέμβασης", όταν μία λόγχη τον πλήγωσε στη μάχη με τον Πέρση βασιλιά Σαπώρ. Λίγο πριν πεθάνει, ο Ιουλιανός περιέγραψε με μερικές λέξεις το στόχο και σκοπό της ζωής του:
«ΕΧΩ ΜΑΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ,» είπε, «ΠΟΣΟ ΠΙΟ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΨΥΧΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ, ΚΑΙ ΟΤΙ Ο ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΕΣΤΕΡΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΧΑΡΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗΣ». Κατόπιν, γυρίζοντας προς τους δύο φιλοσόφους, τον Πρίσκο και τον Μάξιμο, που στέκονταν κοντά στο νεκροκρέβατό του, ξεκίνησε μια μεταφυσική συζήτηση ως προς τη φύση της ψυχής και τους βεβαίωσε ότι πάντα προσπαθούσε να ζει υπό το φως της ψυχής. «Μπορώ να διαβεβαιώσω με πεποίθηση ότι η εκπόρευση της Θείας Δύναμης διατηρήθηκε στα χέρια μου καθαρή και αμόλυντη. Απεχθάνομαι τα διεφθαρμένα και καταστρεπτικά αξιώματα του δεσποτισμού, και γι’ αυτό έθεσα την ευτυχία των ανθρώπων σκοπό της διακυβέρνησής μου. (Ammianus: XXV.)
Μετά το θάνατο του Ιουλιανού η Χριστιανική Εκκλησία επανέκτησε τη δύναμή της και σφραγίστηκε ο αφανισμός των αρχαίων θρησκειών, επιστημών και φιλοσοφιών - αλλά όχι για πάντα!!! Η Εκκλησία, για τη δική της ασφάλεια, είχε δανειστεί πάρα πολλά από αυτές. Κάθε γεγονός στη ζωή του Ιησού, από την παρθενογένεση μέχρι την τελική σταύρωση και την ανάσταση του, είχε αντιγραφεί από τις ιστορίες των θεών των «παγανιστών». Κάθε δόγμα και τελετουργία στην Χριστιανική Εκκλησία ήταν κλεμμένα από τα αρχαία Ελληνικά Μυστήρια. Αυτά τα γεγονότα ήταν γνωστά σε ολόκληρο το «παγανιστικό» κόσμο και δεδομένου ότι η Εκκλησία συνέχιζε ασταμάτητα να δανείζεται από τους παγανιστές με ένα συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό, γινόταν όλο και πιο δύσκολο να διατηρήσει τη «μοναδικότητα» που αξίωνε...
Η ανάρτηση θα συνεχιστεί και σε δεύτερο μέρος!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου